Πού και πού και κανένα «ποίημα», μα εσύ ξέρεις πως έπαψα να μιλώ τη γλώσσα των ανθρώπων. Μονάχα ακούω τα κύματα, καθώς έρχονται αφρισμένα και σπάνε στο τσιμέντο της παραλίας.
Πόσο σε ευγνωμονώ, ποίημα πού δεν χρειάζεσαι συντήρηση. Πόσο βολικό που δεν χρειάζεσαι αποθήκες ή εκθεσιακές επιφάνειες. Πόσο λυτρωτικό που μόνο σου πορεύεσαι, ακατάτακτο. Πόσο θαυμάζω την ανεξαρτησία σου και την αυθάδειά σου, σαν καταργείς τον δημιουργό σου. Ίσως γι' αυτό σε άφησε ατέλειωτο.