Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2022

εφιάλτες

Κάψτε την πόλη, μια ψευτιά είναι όλη. Τους αφεντάδες ανάποδα κρεμάστε. Πέτρα πάνω στην πέτρα.. Ήσυχος κανένας να μη μείνει. Στης εξουσίας τα κτήνη μόνο εφιάλτες.

του χιμπαντζή

Άνθρωπε, γιατί μας εξημέρωσες; Την καθαρή ψυχή μας λέρωσες. Λεύτεροι τρέχαμε στη φύση. Σκοτώναμε από πείνα μόνο. Τώρα γευόμαστε τον πόνο Γλείφοντας τις βαθιές πληγές μας. Τώρα τη δέστρα μας μασάμε Άνθρωπε, και πιστοί σ' ακολουθάμε. Τις τύψεις σου πάντα γεμίζεις Μ' ό,τι αποφάγια μας ταΐζεις. Άνθρωπε, χιμπαντζή κατ' εικόνα Και καθ' ομοίωση. Χιμπαντζή στον αιώνα.

ο άριστος

Εικόνα
Να ήμουν άριστος κι εγώ Σ' όποιο πηγάδι κατουρώ Πετρέλαιο να βγάζει.. Να ήμουν άριστος κι εγώ Να μπω ψηλά στο συνδυασμό Το σόι να θαυμάζει.. Να ήμουν άριστος κι εγώ Κι όχι με φλάι καγκουρώ Η μούρη να τρομάζει.. Να ήμουν άριστος κι εγώ Στο ιστορικό-αρχαιολογικό Πασπίτες με μαράζι.. Να λεν καλώς τον αρχηγό Άμποτε και πρωθυπουργό Κι ο Κούλης να λουφάζει..

think tank

Θέλω να ηγούμαι ενός think tank Θέλω να γίνω CEO Με πρότυπο εντιμότητας τον Αχιλλέα Μπέο Με πρότυπο την Καϊλή Με πρότυπο τον Πάτση. Αν είσαι φουκαράς φτωχός Σε κυνηγούν οι μπάτσοι. Αν όμως τη χερούκλα σου Πολύ βαθιά τη χώσεις Σ' επιδοτήσεις, δάνεια Τσιμπούκια ο Θεοδόσης Προγράμματα ευρωπαϊκά Ωραία μαγειρεμένα Μεταξωτά πουκάμισα Φρεσκοκολλαρισμένα Σου βγάζουν το καπέλο τους Και στη Βουλή πηγαίνεις Την ψήφο μονοκοπανιά Σου δίνουν να παχαίνεις Και Βενιζέλος να γενείς Και Πάγκαλος βαρβάτος Και στο Μητσοτακέικο Να τρίβεσαι σαν γάτος. Εδώ εις τον γιδότοπο Έχει κοντά ποδάρια Η μνήμη. Παρ' το απόφαση Και ζήσε με μοσχάρια.

ο απόκληρος

Να 'ξερες τι είν' ο απόκληρος, εσύ που τον συνοδεύεις μ' ακαδημαϊκά τσιτάτα και ψαγμένες λέξεις. Να 'ξερες πόσο εύκολα θα διάλεγες τίποτα να μην έγραφες, αν πράγματι ήσουν απόκληρος. Πόσο, απλώς, θα προτιμούσες να μην ήσουν.

κάθε άνοιξη χειμώνας

Κόσμε, πού πάει η ομορφιά και του ανθρώπου ο αγώνας; Κάθε ματιά σταλαγματιά, κάθε άνοιξη χειμώνας.

τα καλά λόγια

Όλα αλέθονται από τα στόματα των ανθρώπων. Να υποπτεύεσαι τα καλά λόγια μετά θάνατον.

οι όμορφες πουτάνες

Δεν περιμένω σύνταξη, δεν περιμένω τάφο. Ένα μολύβι και χαρτί, κι αφήστε με να γράφω. Μεγάλωσε η μύτη μου και μίκρυναν τα μάτια, περήφανα γίναν τ' αυτιά και άμμος τα παλάτια. Μεγάλωσε και η κοιλιά, σουλούπι γερασμένο. Με κόπο την ανηφοριά αργά την ανεβαίνω. Πρηστήκανε τα πόδια μου, η μέση κατεστράφη, όλα τα ωραία ιδανικά, οι αγώνες πήγαν στράφι. Ο χρόνος δε με γέρασε, οι έγνοιες οι ρουφιάνες. Πάει η ζωή, προσπέρασε, οι όμορφες πουτάνες.

Νοέμβρης

Εικόνα
Ο Νοέμβρης τους βρήκε πίσω από κάγκελα ταμπουρωμένους. Στον αέρα της πόλης πλανιότανε το μήνυμά τους. Τόσα και τόσα χρόνια η ίδια λούπα, μόνο που οι ίδιοι είχαν πια άσπρα μαλλιά, στους ώμους τους ασήκωτη τη μοναξιά κι ίσως τα παιδιά των παιδιών τους σ' ωραία κορνίζα.

η διαδικασία

Γράψατε το ποίημα; Υπάρχει μια διαδικασία. Πάρτε μια αίτηση από εκείνη την ψηλή κυρία.. Το γραφείο στον επάνω όροφο για αριθμό πρωτοκόλλου. Ώστε το ποίημά σας να αρχειοθετηθεί μαζί με άλλα ποιήματα του κώλου.. Τι το περάσατε εδώ ξέφραγο αμπέλι; Για ρωτήστε, κύριε, και τα παλιά μας μέλη..

απέναντι

Αρχίζει να μου γνέφει το ταβάνι, οι γύψοι. Κι η φωνή του Φάνη και της Σαβίνας οι ψαλμοί, ο καθένας ένα διαμάντι απ' το κουτί της Λένας. Ειν' το καράβι σκοτεινό που περιμένει, καράβι που σαλπάρουνε οι νικημένοι. Εγώ, εκείνος, τόσοι άλλοι, ίσως πια απέναντι θα βρούμε αγκάλη.

μ' ένα κλικ

Εικόνα
Στο S/M με το πιστολάκι του καθημερινά πυροβολεί τα ράφια γαζώνει τις τιμές. Κι εσείς φοβάστε τους ληστές. *** Μ' ένα κλικ παίρνεις τρίμηνη παράταση. Παράταση επάνω στην παράταση γυρνάν οι εποχές -- υποσημειώσεις τυπικές, ενώ το μήνυμα θα έπρεπε κανονικά να λέει: "Κύριε, η επιμονή σας μας κάνει ισχυρή εντύπωση. Διαθέτουμε όμως επιχειρήματα, να είστε βέβαιος, ώστε να σας μεταπείσουμε τελειωτικά. Η υπηρεσία μας μεριμνώντας.. κλπ. κλπ. Στη διάθεσή σας" *** Γιατί σε ενδιαφέρει το φεγγάρι, είτε ολόκληρο είτε μισό; Δεν πα να είναι Αύγουστος ή Δεκέμβρης, μια μέρα ή περισσότερες; Τα καρότσια θα περνούν από πάνω σου στολισμένα προγραμματισμένα τις νέες τους τιμές. Με μεταλλικό θόρυβο απ' τις μοναδικές τους ερπύστριες-προσφορές. Οι λογαριασμοί θα στοιβάζονται σαν πτώματα στο ταχυδρομικό κουτί. Ο συνάδελφός σου θα σε καταδίδει στις αρχές για έλλειψη ζήλου. Ο καθεστωτικός γείτονας θα φωνάζει τα όργανα της τάξης. "Εσύ, ναι εσύ, γιατί δεν χαμογελάς;" ("Μόνο όταν σου

το φεστιβάλ

Βρέθηκα στη μέση του δάσους. Εκείνη την ώρα είχαν φεστιβάλ οι τζίτζικες. Κάθισα και βάλθηκα να τους ακούω. Έλεγαν “εδώ θνητέ είσαι φιλοξενούμενος” Έλεγαν “οι λέξεις σου είναι θόρυβος” Έλεγαν “δεν γνωρίζεις άλλο παρά το σήμερα” Έλεγαν “μείνε αν θες και τραγούδησε μαζί μας” 25/9/22 Λογοτεχνία & Σκέψη

η μούχλα

Βρωμάνε δημοσιοσχετίλα οι πληρωμένες εκδόσεις σας. *** Αν μιλήσει κι ο Πάπας για σας, δεν γίνατε σημαντικοί. *** Πότε διάολο προλαβαίνετε και γράφετε, γλιτσεροί αρουραίοι του υπονόμου; *** -- Πού τον πας τον Γκόρπα μεσημεριάτικα; -- Τον έτρωγε η μούχλα σ' ένα υπόγειο, τον έβγαλα να πάρει αέρα. *** Έδωσα τα τελευταία μου ψιλά, δε βαριέσαι. Το πορτοφόλι του φτωχού το γεμίζει ο Θεός.

χωρίς θεατές

Μόνη χρησιμότητα των εφημερίδων να καπνίζεις ρέγγες. *** Πόνε, σαν κι εμένα κι εσύ θνητός. *** Νοστάλγησε μια θεατρική παράσταση χωρίς θεατές.

αν η ποίηση

Αν η ποίηση μπορούσε να σε σώσει θα είχες γλιτώσει. Όμως η ποίηση δε νοιάζεται για σωτηρίες. Θέλει εμπειρίες. Η ποίηση θέλει να ξαπλώνεις στο χνούδι της να λες το τραγούδι της. Η ποίηση σε βάζει παλικαράκι στο πλάι της να παίζεις το νάι της. Το παράπονο και τον καημό τα σερβίρει με γλυκό σιροπιαστό. Κι ένα ωραίο μερακλίδικο καφέ για το ποτέ.

τα χρόνια

Για κείνους που φύγαν απόψε θα γράψω μα δε θα τους κλάψω. Εκείνοι ξεφύγαν και ψάχνω ν' αλλάξω τα χρόνια που μείναν.

το επίγραμμα

O ποιητής δεν έχει φτιαχτεί να ξυπνάει κάθε πρωί στη δουλίτσα να πηγαίνει μεροκάματο να βγαίνει Ο ποιητής έχει φτιαχτεί να κλαίει στη χαρά και να γελάει στη λύπη Σ' όλη του τη ζωή το επίγραμμά του να σκαλίζει και να τη βγάζει μ' ένα πιάτο ρύζι Να κουβαλά το καύκαλό του πέρα κι από το θάνατό του 25/9/22 Ποιητικός Πυρήνας

ποιητοτροφείο

Τα όρια του κόσμου μας είναι το γυαλί που μας περιβάλλει. Καθρεφτιζόμαστε σ' αυτό περιμένοντας το χέρι που θα μας ταΐσει. Μπουρμπουλήθρες όλη η ζωή μας και πλαστικές απομιμήσεις ναυαγίων.

ο φθόνος

Όταν τη ρώτησες τ' όνομά της, σου συστήθηκε ως έμπνευση. Βάλτην στο σπίτι, αλλά μην της δώσεις πολύ θάρρος. Το νου σου, μην την πολυπιστέψεις. Πασχίζει να φτάσει την τέλεια πρωταγωνίστρια. Φθονεί μέχρι θανάτου τη σιωπή.

το υπόλοιπο

Το καλοκαίρι φοράει τα τριμμένα της μπλουζάκια. Τα σκισμένα τζην λιώνουν στις καμπύλες του σώματός της. Το καλοκαίρι ηλιοκαμμένη τρώει παγωτό στον πεζόδρομο. Λιγώθηκε απ' τη γλύκα και μου προσφέρει το υπόλοιπο.

παράκτιο

Εικόνα
  Ιχθύων λόγος, 2011

ο πάγος

Απέναντι στο ταβερνάκι που πίνω το ούζο μου, φούνταραν χθες μάνα και γιος. Στο ίδιο μέρος σήμερα κάτι τουριστριούλες πλατσούριζαν στα ρηχά. Κι εγώ απολάμβανα τη μυρωδιά του αντηλιακού τους. Βάζοντας ακόμη λίγο πάγο στο ούζο μου. Ζαλισμένος, χωρίς να ψάχνω νόημα.

η Φλώρα

Ήρθε η Φλώρα και ξάπλωσε στο γρασίδι μας. Της φάνηκε δροσερή αυτή η γωνιά του κήπου. Έριξε λοιπόν έναν υπνάκο. Πόσο απλή είναι η ζωή. Γεμίζω έναν κουβά νερό να πιει να ξεδιψάσει. Κάθομαι και τη χαζεύω όπως αναπνέει ρυθμικά. Όπως τινάζει ανεπαίσθητα τ' αυτιά. Ήρθε η Φλώρα κι έφτιαξε το κέφι μας.

τα ψίχουλα

Αφήνω ψίχουλα στο τραπέζι μου για τα σπουργίτια. Δεν υπάρχουν πιο κωλοπετσωμένα κι επίμονα πλάσματα. Πιο προσηλωμένα στο ατόφιο της στιγμής. Πιο ειλικρινείς υμνητές του εφήμερου. Όμως, διαπιστώνω περίλυπος, δεν θα είναι ποτέ πράγματι ελεύθερα. Η πείνα ή η λαιμαργία τους είν' η αόρατη κλωστή που τα δένει με το τραπέζι.

το κομπόδεμα

Εικόνα
 

οι μπογιές

Κύριε μπογιατζή, έπηξαν οι μπογιές σου. Οι βούρτσες στέγνωσαν στον ήλιο. Κύριε μπογιατζή, άσε τη δουλειά ημιτελή. Το μεροκάματό σου πιο μικρό από εκείνο το λουλουδάκι που φύτρωσε πεισματικά ανάμεσα στις πέτρες. Κύριε μπογιατζή, τέλειωσε το τσιγάρο σου κι από αύριο γράφε μόνο συνθήματα. Ούτε ένας ξασπρισμένος τοίχος. Πες το και στους άλλους. Κύριε μπογιατζή, κάθε αύριο. Μέχρι να τη βάψουνε.

δούλος ταπεινός

Τα μαρτύρια του αγίου Σε λυτρώσανε δια βίου. Φύγε και μην αμαρτάνεις Έως ότου να πεθάνεις. Κι αν δικαίωση δεν πιστεύεις Απ' τον φθόνο να νηστεύεις. Απ' το μίσος να απέχεις Την ψυχή σου για ν' αντέχεις. Εσύ δούλος ταπεινός Στη συνείδηση του Ενός Που τα πάντα έχει ρυθμίσει Κι ο παππούς φώναζε Φύση.

ο πεινασμένος

Κλέβει ο πεινασμένος να χορτάσει τη μαύρη πείνα του. Θα μας δικάσει κάποτε δίκαιος κριτής αποξαρχής. Κι ο πεινασμένος θα 'ναι ο εκ δεξιών ληστής.

o κος Κορεκτορας

Ο κος Κορεκτορας τιμαται καθε χρονο σε φεστιβαλ ποιησης.. Τρωτε φρεσκα μυαλα νεων ανθρωπων κοι Χανιμπαλς των γραμματων.. Στραβοι εσεις δεν αφηνετε και τους αλλους να παρουν βλεφαρο.. Μηπως φωτισει --λεμε τωρα-- εστω και πυγολαμπιδα.. Ο κος Κορεκτορας εχει εξασφαλισει την αθανασια..

της τέχνης

Υποστήριζε τον άνθρωπο της τέχνης Δεν δηλώνει αλλά είναι καλλιτέχνης Ούτε ένσημα μα ούτε και πτυχία Έχει δεύτερο πετσί την ανεργία. Υποστήριζε τον άνθρωπο της τέχνης Μία ζωή δρομέας ερασιτέχνης Τρέχει προς την παιδική του ηλικία Απ' το τέρμα στην αφετηρία.

το κοστούμι

Το κοστούμι ήταν σε καλή κατάσταση μόνο λίγο φαρδύς ο μακαρίτης το συγύρισε σ' έναν ξάδερφό του ράφτη να πηγαίνει τις Κυριακές στην εκκλησία να κάνει μετά τον περίπατό του περνώντας κάτω απ' το μπαλκόνι της καλημερίζοντας τους περαστικούς μ' ένα φρεσκοκομμένο τριαντάφυλλο στο πέτο.

από μιαν άλλη ζωή

Σα να ξεκίνησες από μιαν άλλη ζωή και να 'φτασες σ' αυτήν εδώ. Πού τα ξανάδες αυτά τα μάτια της τα ελαφίσια; Kαι τα μαλλιά της τα σγουρά πότε τα μύρισες; Πότε θα της το πεις πως έφτασες γι' αυτήν εδώ από μιαν άλλη ζωή;

το μάτι

Oι γονείς χωρισμένοι απ' τα παιδιά τους, περνούν μονάχοι τα στερνά τους. Δυστυχείς. *** Στράφτει το μάτι πάντα στο συμφέρον, χωρίς κανένα άλλο ενδιαφέρον. Άμμου παλάτι.

even the losers

Κι αν δεν νίκησες μην τρέφεις πικρία για την ήττα. Even the losers τραγουδά ο Tom Petty. Κι ένα αεράκι πήρε να χαϊδεύει τα φύλλα. Kι ένας ήλιος ολόλαμπρος στεγνώνει τα ρούχα. Αυτά που μούλιασε η χθεσινή βροχή.

πόλεμος την άνοιξη

Ένας πόλεμος την άνοιξη φαίνεται τόσο αταίριαστος. Όμως ακριβώς αυτή είν' η εποχή του. Για να βλέπει κανείς τι αφήνει. Για να βλέπει πώς γεμίζει η ύπαιθρος μνήματα. Πόσες πυρές καίνε σε άγνωστους στρατιώτες. Πόσα βλέμματα πόσα χαμόγελα παγωμένα μέσα σε κορνίζες. Για να βλέπει. Κι ύστερα όχι πια.

στάσιμος

Κάθε βράδυ ξεχνάς ό,τι σε θύμωσε. Γι' αυτό ο κόσμος μένει στάσιμος.

σοσιαλισμός

Ένα τοπίο που ν' ανασαίνεις. Ένα λιβάδι να περπατάς. Ένα σχολείο που να βλασταίνεις. Κάποια εργασία που θες να πας.

ο σκύλος

Ο σκύλος εκεί Έξω απ' την τράπεζα Είν' αδέσποτος. Το όνειρό του κανείς Δεν μπορεί να του πάρει.

νομάς

Στρωμένο μαγαζάκι η ποίηση, αν το κληρονομάς. Αν γεννήθηκες νομάς, αλλιώτικη ιστορία.

η βόμβα

Στο τσίρκο απαγόρευσαν τα ζώα επιδείξεων, όχι όμως και στην ποίηση. Γι' αυτό τα ακροβατικά δίνουν και παίρνουν. Γι' αυτό οι άνθρωποι γοητεύονται ακόμα απ' τον μαδημένο λυρισμό τα βασανιστήρια εκμάθησης περιμένοντας να φωτογραφηθούν μ' έναν ποιητή σαλτιμπάγκο. Πόσοι όμως μες στο κοινό γνωρίζουν ότι η βόμβα που κρατάει ο απλήρωτος κλόουν για το τέλος της παράστασης είναι πραγματική;

στην αίθουσα

Στην αίθουσα οι μαθητές δεν ακούν. Άλλος κοιτάει έξω απ' το παράθυρο, άλλος γράφει στιχάκια στο θρανίο. Ονειρεύονται το σχόλασμα. Τρέμουν τις εξετάσεις. Μετά από χρόνια χαιρετούν στο δρόμο τους δασκάλους τους. Κι αναπολούν.

το χάπι

Ποιοι τυχεροί ταξιδεύουν με εκείνο το κρουαζιερόπλοιο, κι εμείς καρφωθήκαμε σ' έναν ερημότοπο; Φριχτή! Φριχτή επαρχία. Σαν φάρσα καρυωτακική κυλά ο χρόνος. Σαν μέρα της μαρμότας. Όσο και να το χρυσώνεις, αυτό το χάπι δεν καταπίνεται. 29/11/2021 Στάχτες

συνεπής

Aν είσαι ποιητής, θα πρέπει να μπορείς από ευθιξία ν' αυτοκτονήσεις. Αν είσαι ποιητής στο σύμπαν συνεπής, από θυσία θα ξαναζήσεις.

ο χειμώνας

Στις τσέπες μου εισιτήρια πλοίων. Στα μάτια μου, φωτάκια από πλατφόρμες πετρελαίου ανεβοκατεβαίνουν με τα κύματα. Κρύος αγέρας γεμίζει το πνευμόνι. Τρίζει ως το κατάστρωμα, αφρίζει πίσω το σκοτάδι. Του Παπατζώνη ο χειμώνας καθάριος, κρατάει τον καπετάνιο.

της τζαζ

Ποιήματα της τζαζ αυτοσχεδιασμοί Και ποιήματα θεατρινισμοί. Ποιήματα βραστό νερό Και ποιήματα νερόβραστα. Ποιήματα για το γούστο τους περιπατητές Και ποιήματα φιρμάτοι αθλητές. Ποιήματα περιγελαστικά Και ποιήματα που πήρανε τον εαυτό τους πολύ στα σοβαρά.

Μητέρα θεά

Bρήκες τη Μητέρα θεά στη λίμνη εκεί στο χώμα; Ή σκάβεις ακόμα; Ήταν αλήθεια από πηλό; Ήταν νερό και χώμα το τροφαντό της σώμα;

τα τσέκια

Tώρα που δεν πέφτουνε τα τσέκια Γέμισε ο κόσμος ψέκια Όταν υπήρχανε τα φράγκα Καθένας βλάχος έκανε το μάγκα Φταίει η παγκόσμια συνωμοσία Όχι η προσωπική μας μαλακία Οι Εβραίοι, οι ανθέλληνες μασόνοι Όχι το διπλανό κωθώνι Που νόμιζε πως είν' μεσαία τάξη Πως θα τον έχουνε μη βρέξει και μη στάξει Γεια σου, ρε Μήτρο! Που αγόραζες και Νίτρο Και τώρα παραγγέλνεις τις κηραλοιφές Και του Χριστούλη τις επιστολές..

το σκόρπισμα

Κι αν πεις πολλά πατερημά, πάει η ψυχή σου πιο ψηλά; Λίγοι θέλουν το καλό σου, πιο πολλοί τον θάνατό σου. Τα λουλούδια, τα στεφάνια, δεν ξορκίζουν την ορφάνια. Σκόρπισε ο κόσμος, πάει. Κι ως το βράδυ σε ξεχνάει. 16/6/21 Ποιείν

το μαράζι

Σα διορίστηκε έπαψε να γκρινιάζει. Της έφυγε και το μαράζι. Μισθό και δόξα τω Θεώ. Έχτισε ένα σπίτι στο χωριό. Σπίτι-δουλειά-εξοχικό. Έσοδα-έξοδα-αριθμός τραπέζης. Άρχισε να μετρά χρονάκια για τη σύνταξη.

Φλεβάρης '23

Φλεβάρης '23
κλικ στην εικόνα

διαβάζεται και online (κλικ στην εικόνα)