οι όμορφες πουτάνες
Δεν περιμένω σύνταξη,
δεν περιμένω τάφο.
Ένα μολύβι και χαρτί,
κι αφήστε με να γράφω.
Μεγάλωσε η μύτη μου
και μίκρυναν τα μάτια,
περήφανα γίναν τ' αυτιά
και άμμος τα παλάτια.
Μεγάλωσε και η κοιλιά,
σουλούπι γερασμένο.
Με κόπο την ανηφοριά
αργά την ανεβαίνω.
Πρηστήκανε τα πόδια μου,
η μέση κατεστράφη,
όλα τα ωραία ιδανικά,
οι αγώνες πήγαν στράφι.
Ο χρόνος δε με γέρασε,
οι έγνοιες οι ρουφιάνες.
Πάει η ζωή, προσπέρασε,
οι όμορφες πουτάνες.
δεν περιμένω τάφο.
Ένα μολύβι και χαρτί,
κι αφήστε με να γράφω.
Μεγάλωσε η μύτη μου
και μίκρυναν τα μάτια,
περήφανα γίναν τ' αυτιά
και άμμος τα παλάτια.
Μεγάλωσε και η κοιλιά,
σουλούπι γερασμένο.
Με κόπο την ανηφοριά
αργά την ανεβαίνω.
Πρηστήκανε τα πόδια μου,
η μέση κατεστράφη,
όλα τα ωραία ιδανικά,
οι αγώνες πήγαν στράφι.
Ο χρόνος δε με γέρασε,
οι έγνοιες οι ρουφιάνες.
Πάει η ζωή, προσπέρασε,
οι όμορφες πουτάνες.