αχρείαστο
Χτες ένας γλάρος με κουτσό ποδάρι
ήρθε και του πετούσα ξεροκόμματα
στο ταβερνάκι του Αντώνη.
Φριχτά διπλωμένο το 'χε
κι έτσι όπως σκόνταφτε στα βότσαλα
θύμιζε έντονα το ποίημα του Μπωντλαίρ.
Αλλά σαν πέταξε
--τι θείο στα ρεύματα του μελτεμιού
εκείνο το πλανάρισμα!--
πόσο πια αχρείαστο του ήταν.
ήρθε και του πετούσα ξεροκόμματα
στο ταβερνάκι του Αντώνη.
Φριχτά διπλωμένο το 'χε
κι έτσι όπως σκόνταφτε στα βότσαλα
θύμιζε έντονα το ποίημα του Μπωντλαίρ.
Αλλά σαν πέταξε
--τι θείο στα ρεύματα του μελτεμιού
εκείνο το πλανάρισμα!--
πόσο πια αχρείαστο του ήταν.