ο πραματευτής
Τον πάγκο του δεν τον πλησίαζαν.
Αυτός εκεί, αράδιαζε κάθε πρωί
τη σκονισμένη πραμάτεια του:
Πουλούσε αναμνήσεις..
"Ποιος νοιάζεται" έλεγαν και ξανάλεγαν
"για ξένες αναμνήσεις!
Κι αυτός, ο χριστιανός.."
"Εδώ παλεύουμε να ξεφορτωθούμε
τις δικές μας".
"Άλλωστε, αυτές είναι πια
τόσο κιτρινισμένες και καχεκτικές.
Σχεδόν νεκρές.
Δεν έχουν
καμία πρακτική χρησιμότητα".
Αυτός εκεί, αράδιαζε κάθε πρωί
τη σκονισμένη πραμάτεια του:
Πουλούσε αναμνήσεις..
"Ποιος νοιάζεται" έλεγαν και ξανάλεγαν
"για ξένες αναμνήσεις!
Κι αυτός, ο χριστιανός.."
"Εδώ παλεύουμε να ξεφορτωθούμε
τις δικές μας".
"Άλλωστε, αυτές είναι πια
τόσο κιτρινισμένες και καχεκτικές.
Σχεδόν νεκρές.
Δεν έχουν
καμία πρακτική χρησιμότητα".